οικτιρμός

οικτιρμός
ο (ΑΜ οικτιρμός)
οίκτος, ευσπλαγχνία, συμπάθεια, λύπηση («κρέσσων οἰκτιρμοῡ φθόνος», Πίνδ.)
αρχ.
στον πληθ. οἱ οἰκτιρμοί
συναισθήματα οίκτου («καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου», ΠΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰκτίρω + κατάλ. -μός (πρβλ. οδυρ-μός)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • οἰκτιρμός — pity masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οικτιρμός — ο ευσπλαχνία, συμπάθεια: Ο ιερέας επικαλέστηκε τον οικτιρμό του Υψίστου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • οἰκτιρμοῖς — οἰκτιρμός pity masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰκτιρμοί — οἰκτιρμός pity masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰκτιρμοῦ — οἰκτιρμός pity masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰκτιρμούς — οἰκτιρμός pity masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰκτιρμῶν — οἰκτιρμός pity masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰκτιρμῷ — οἰκτιρμός pity masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰκτιρμόν — οἰκτιρμός pity masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • щедрота — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;}   сущ. (οἰκτιρμός) милость, милосердие; щедрое подаяние …   Словарь церковнославянского языка

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”